Ε εσύ! Ναι σε σένα μιλάω.
Σε άκουσα τις προάλλες κάτι να λες.
Και όσο άκουγες τη φωνή σου θα σκεφτόσουν μάλλον : «Ωραία τα λέω.»
Κι όντως ακούγονταν τα λόγια σου ωραία.
Μόνο που τα πρόβαρες στον καθρέφτη σου.
Εμείς χαρήκαμε ακούγοντάς σε.
Μα όταν σου μιλήσαμε
εσύ μας έβρισες.
Εμείς είμαστε χαζοί. Κι άξιοι της μοίρας μας.
Έτσι λες.
Λες πώς δεν θέλουμε να περπατήσουμε.
Αναθεματίζεις και φωνάζεις «Τι τα χετε τα πόδια αφού δεν περπατάτε;»
Μα στ’αλήθεια έχουμε πόδια.
Μόνο αυτό όμως βλέπεις εσύ;
Βλέπεις τα πόδια, αλλά δε βλέπεις πως είναι δεμένα στο κρεβάτι;
Μάθε λοιπόν πως γίνεται
να χεις πόδια και να μη σηκώνεσαι ούτε και να περπατάς.
Δεν ήξερα πως μπορεί κανείς να σηκωθεί απ’το κρεβάτι κι έτσι δεν έμαθα να περπατάω.
Σε άκουσα μετά να αγορεύεις και να μιλάς για ωραίους κόσμους!
Και λεγες έτσι σταθερά «ο λαός δεν καταλαβαίνει»
Κοιτάχτηκα με τους διπλανούς μου.
Ρωτάω, «για μας μιλάει;»
«Όχι, όχι για του άλλους»
Αλήθεια για ποιον μίλαγες; δεν έχω καταλάβει.
Για ποιο Λαό μιλάς;
Πρέπει να συναστραφείτε, λες, με το λαό και να μιλήσετε τη γλώσσα του
Σκέφτηκα πώς για κάποιον άλλο Λαό θα μιλάς
για κάποιον στον οποίον εσείς δεν ανήκετε.
Ή όχι;
Ποια γλώσσα μυστική μιλάει πια αυτός ο Λαός και δεν την καταλαβαίνεις;
Από την Τζένη Τσαμάκου