Αρχιρεζίληδες

samaras mesoprothesmo

Δεν ξέρω αν υπάρχει λαός που να καθυβρίστηκε, να  λοιδορήθηκε και να περιγελάστηκε περισσότερο από τους κατοίκους αυτής της χώρας. Αν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο κατά το οποίο οι κυβερνώντες μιας χώρας και τα δημοσιογραφικά φερέφωνά τους να καταξεφτιλίζουν καθημερινά τον λαό τον οποίο υποτίθεται και οι δύο μεριές υπηρετούν, την ώρα μάλιστα που τον τσαλαπατάνε και τον εκμηδενίζουν με υλικούς πλέον όρους.

Μας ξεφτιλίζουν αδέλφια. Συστηματικά, αδίστακτα, με επαγγελματικά δολοφονική ακρίβεια. Όχι τώρα. Από παλιά. Από το πάρτι (Το Βήμα 9/1/2000) και τον χορό που ο Πρετεντέρης μάς πέταγε στα μούτρα ότι μας αξίζει και πρέπει να τον χορέψουμε μέχρι να πέσουμε κάτω, εννοώντας βέβαια τους χορευταράδες φίλους του που ξέρουν καλά και από τα γεννοφάσκια τους  από κερδοσκοπικές φιγούρες και (ρε)σάλτα. Από τον καιρό του αρχιτραπεζίτη και μετέπειτα πρωθυπουργού, Παπαδήμου, που αρθρογραφούσε  («Τα Νέα», στις 17/6/2000) υποσχόμενος ότι οι τράπεζες θα δίνουν ακόμα περισσότερα δάνεια στα νοικοκυριά, ακόμα περισσότερες αλυσίδες στους σκλάβους.

papadimos-daneia

Και στο πάρτι χόρεψαν και οι αλυσίδες κλείδωσαν. Κι αν τότε η κοροϊδία κρυβόταν πίσω από απαστράπτουσες πιστωτικές κάρτες, στεγαστικά δάνεια και σπάσιμο στα μαγαζιά της παραλιακής, ήταν ακριβώς επειδή έτσι έπρεπε να γίνει η δουλειά. Να κάνει τόσο θόρυβο ώστε να κουφαίνει τον εγκέφαλο και να είναι τόσο πλουμιστή που να θαμπώνει.

Κι ήρθανε χρόνοι δίσεκτοι και μήνες οργισμένοι…

Και σε τέτοιους καιρούς περισσεύουν τα στολίδια. Πέφτουν οι μάσκες. Ξεμασκαρεύονται τα τέρατα. Ήμασταν πάντα οι εχθροί κι ήρθε η ώρα να μας εξαφανίσουν. Δεν υπάρχουν περιθώρια οίκτου ή ακόμα και διαπραγμάτευσης.

Πού πήγαν τα λεφτά; τους ρωτάμε σαστισμένοι.

Μαζί τα φάγαμε, απαντούν οι μπουχτισμένοι, κοπρίτες, διεφθαρμένοι, μαλάκες,  και για να σας το αποδείξουμε πόσο μαλάκες είστε, ορίστε, πείτε τα μόνοι σας!

Πυροβολούν κατά βολή και κατά ριπάς, άλλοτε ολόκληρο το κοινωνικό σώμα, άλλοτε κάθε κοινωνική ομάδα ξεχωριστά κι άλλοτε συνδυαστικά με κάθε δυνατό και αποτρόπαιο συνδυασμό.

 Ξέρω τον εχθρό μου ….Ένα εκατομμύριο δημόσιοι υπάλληλοι ταλαιπωρούν δέκα εκατομμύρια, ομολογεί ο Ανδρέας Λοβέρδος λίγο καιρό πριν διαπομπεύσει στο πανελλήνιο άρρωστες γυναίκες, ακριβώς επειδή ήταν άρρωστες και γυναίκες.

Οι άνθρωποι πεινάνε, δε βρίσκουν δουλειά, παραπονιόμαστε σαν κουτάβια.

Μην γκρινιάζετε, μας διατάζουν οι χορτάτοι φωνακλάδες, όποιος δεν προσαρμόζεται, πεθαίνει. 

ADONIS - GENNAIOI 2

Ο πιτσιρικάς σκοτώθηκε επειδή δεν πλήρωσε εισιτήριο; αναφωνούμε ανατριχιασμένοι.

– Τι λες μωρέ, που δεν θα κάνουν τη δουλειά τους οι ελεγκτές επειδή πηδούν οι τζαμπατζήδες!, γκαρίζει αυτάρεσκα  μια σημαντικά ασήμαντη φιγούρα.

Ξεσηκώνονται γιατροί, νοσοκόμες, καθηγητές και δάσκαλοι, φαρμακοποιοί; Είναι λαμόγια, βολεμένοι, μια συντεχνία από αγνώμονα προς την «πατρίδα» ρεμάλια.

Διαμαρτύρεσαι για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τους βασανισμούς, τα φονικά; Είσαι αριστερός, κομμουνιστής, ακραίος κι αντιεξουσιαστής.

Αλλά εσύ δεν είσαι τίποτε απ΄αυτά. Σαν καλός νοικοκύρης ξεπουλάς σπίτι, ασημικά, βέρα, αυτοκίνητο για το αντικαρκινικό φάρμακο του παιδιού σου – 2.000 την εβδομάδα θέλεις – και στήνεσαι στην ουρά της εκκλησίας, του δήμου, της εφορίας, της ΔΕΗ, της Χρυσής Αυγής. Στέλνεις από τους πρώτους αίτηση στο τζι ες άι ες να πάρεις τη δόση σου από το ίδιο το αίμα σου, σφίγγεις με ελπίδα ιδρωμένα χέρια υποψηφίων που από τα μανίκια τους βγάζουν λαγούς και πετραχήλια. Παρακολουθείς με ευλάβεια τον Ευαγγελάτο, αγωνιάς για το μπόινγκ, διασκεδάζεις με κάτι τύπους που τραγουδάνε στο γυαλί. Προσπερνάς τον άστεγο, τον μετανάστη, τον παππού που ψάχνει στα σκουπίδια. Κλωτσάς το τσιγγανάκι που σου κλείνει την είσοδο του μαγαζιού που τρόμαξες να πληρώσεις το ΦΠΑ τριμήνου. Το πρωί βρίζεις τις απολυμένες καθαρίστριες, πώς τολμούν να αντιδρούν κάθε μέρα, μέρα με τη μέρα, και το βράδυ βρίσκεις τον γιο σου απολυμένο και τον σύζυγο απλήρωτο κι αυτόν τον μήνα. Και τη φόρμα αυτοαξιολόγησης θα συμπληρώσεις, και το κεφάλι θα σκύψεις και πάλι θα ψηφίσεις.

Κι έτσι νικημένος, θα συνεχίσεις να μην σκέφτεσαι την ξεφτίλα σου. Να φοβάσαι ακόμα και να σκεφτείς τι αρχιρεζίλης θα είσαι όταν, αφού ξεκαρδιστούν στα γέλια με την κατάντια σου πάνω από το τραπέζι όπου έχουν στρώσει τις σάρκες σου, αρχίσουν κιόλας να σε λυπούνται.

 

Η αλλοτριωμένη μου συνείδηση του δούλου

DIMOSIOGRAFOI PROS BOBOLA-1 DIMOSIOGRAFOI PROS BOBOLA.2Οι εργαζόμενοι στον επιχειρηματικό όμιλο του Μπόμπολα ομόφωνα αποφάσισαν να στείλουν αυτή την επιστολή στο αφεντικό τους που τους καθυστερεί τα δεδουλευμένα. Τυπικότητα, ευγένεια, επίκληση στο συναίσθημα, κατανόηση των δυσχερειών του αφεντικού, ικεσία αναγνώρισης των κόπων τους και των σωμάτων τους.

DIMOSIOGRAFOI PROS BOBOLA

DIMOSIOGRAFOI PROS BOBOLA.3

Κοιτάξτε τι καλά που εξακολουθούμε να κάνουμε τη δουλειά που μας βάζετε να κάνουμε! Δείτε πώς κατανοούμε τα βάσανα της επιχειρηματικότητας! Σκύψτε λίγο το βλέμμα σας και σε μας! Δεν είμαστε άνθρωποι κι εμείς; Συγκινηθείτε με το δράμα μας! Σάμπως δεν μοιράσαμε ακριβοδίκαια τον κοινωνικό αυτοματισμό; Δεν δηλητηριάσαμε με μίσος, μισαλλοδοξία, παθητικότητα και φόβο το κοινωνικό σώμα; Δεν το δείραμε αρκετά μέσα από τις γραμμές και τα πίξελς ολημερίς κι ολονυχτίς; Δεν εκθειάσαμε όσο έπρεπε την κυβέρνηση; Δεν αποκρύψαμε επιμελώς κάθε τι που θα μπορούσε να κάνει τους ανθρώπους να μην μιλάνε όπως εμείς τώρα; Νομίζετε πως δεν προσπαθήσαμε αρκετά να τους κάνουμε να μας μοιάσουν; Μα τι λέτε; Δείτε γύρω σας: ακρωτηριασμένες σκέψεις, άψυχες αντιδράσεις, παράδοση αμαχητί, φόβος, πείνα, η σ υ χ ί α. Τα πάντα κάναμε! Ακόμα και δανεικά ζητάμε για να έρθουμε στην ώρα μας στη δούλεψή σας, αξιότιμο αφεντικό! Πότε θα κόψεις λίγο από τη φραντζόλα σου (προς θεού, δική σου είναι, δεν τη ζυμώσαμε εμείς) να μας δώσεις το ψαλιδισμένο ξεροκόμματο που μας υποσχέθηκες;

slavery.jpg2

Είμαι η συνείδηση του δούλου. Αυτή η ετερόφωτη συνείδηση που παίρνει φως από την αναγνώριση του αφέντη. Υπάρχει επειδή και μόνο όταν αυτός τον κοιτάει. Θέλει ό,τι κι αυτός θέλει. Σκέφτεται όπως ο αφέντης τού επιβάλλει και υποβάλλει.

Είμαι η διχασμένη, αλλοτριωμένη συνείδηση του καταπιεσμένου. Που έχοντας ως ίνδαλμα τον καταπιεστή μου όταν μου δίνεται η ευκαιρία, ή νομίζω πως μου δόθηκε, να πάρω τη θέση του, την αρπάζω με βία και βιάζω, εξουσιάζω, καταπιέζω, τυραννώ. Όχι τους πρώην συντρόφους μου δούλους – ποτέ δεν είχα συντρόφους, πώς θα μπορούσα άλλωστε, μια τέτοια ανελεύθερη ετερόφωτη συνείδηση; – αλλά τους μόνους εχθρούς: τους καταπιεσμένους.

Αφεντικό, υπολόγισέ με στην κατηγορία των δούλων. Μην ξεχνάς ότι αυτοί οι δούλοι γίνονται οι πιο υπέροχοι καταπιεστές, οι πιο σπουδαίοι και ύπουλοι βασανιστές. Όταν δεν βασανίζουν άμεσα τα θύματά τους, τους επιβάλλουν τη δουλικότητά τους. Δεν ανέχονται ούτε καν την υποψία αυτοκαθορισμού, ελεύθερης σκέψης, θέλησης και δράσης, χειραφέτησης, διαφορετικότητας. Φθονούν, υπονομεύουν, χλευάζουν, καταδίδουν, καταγγέλλουν την αμφισβήτηση, τη χαρά, το φως, τον αγώνα για ελευθερία και ζωή. Τι άλλο θες;

Στας διαταγάς σας, αφέντη

Κύριε Τέλλογλου, Μετά από τέσσερα χρόνια κρίσης ούτε μένω ούτε φεύγω από την αγορά εργασίας. Λέω να την ανατρέψω.

telloglou

Με ρωτάει το τρέιλερ της εκπομπής του Τέλλογλου: «Μετά από 4 χρόνια κρίσης μένεις ή φεύγεις από την αγορά εργασίας»; Αφενός μου απευθύνει άμεσα τον λόγο κι αφετέρου δεν λέει: «μένεις ή φεύγεις από τη χώρα;» ή ακόμα πιο εθνομελό: «μένεις ή φεύγεις από την πατρίδα;».

Ήταν μια πραγματικά ευχάριστη έκπληξη το ότι ο Τέλλογλου του ΣΚΑΙ_ΝΑΖΙ και των φακέλων του Παπαγελάς λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Φυσικά, δεν έχει πλέον πρόβλημα, αφού τα πράγματα έχουν τόσο πολύ χάσει την όποια επίφασή τους, που η επίκλησή τους αφορά πλέον μόνο τύπους σαν τον σαμαροβενιζέλο, το φασιστικό παρεάκι τους και κάτι κιτς φιγούρες όπως ο Αυτιάς, όταν απευθύνονται στην αγελαία πελατεία τους για να αποδεχτεί ησύχως, ίσως και με ανακούφιση, την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και εξαίρεσης.

Μου ορίζει λοιπόν απερίφραστα ο Τέλλογλου τι ακριβώς είμαι: εμπόρευμα στην αγορά εργασίας. Και με ρωτά τι  ακριβώς σκοπεύω να κάνω με αυτό το ιδιότυπο εμπόρευμα που κουβαλάω στο μυαλό μου ή στα χέρια μου. Πού με συμφέρει να το πουλήσω; Πού εκτιμώ ότι θα πιάσω την καλύτερη δυνατή τιμή;  Θα μείνω ή θα φύγω από την «αγορά»; Σε αυτό το θέμα είμαι μόνος μου μέσα στον πλανήτη και καλά θα κάνω να αποφασίσω σύντομα και ορθά.

Ο Τέλλογλου είναι καλός υπάλληλος  και έξυπνος και τα αφεντικά για τα οποία κάνει τέτοια «ερευνητικά ρεπορτάζ» ακόμη εξυπνότερα. Γνωρίζουν ότι σύντομα το παραμύθι του πολίτη και  του κοινωνικού κράτους (ποιος ξέρει; Ίσως και του έθνους, όταν αυτό κριθεί απαραίτητο)  θα πάψουν να το απαγγέλλουν στα σοβαρά ακόμα και οι αυτοαποκαλούμενοι φιλελεύθεροι – εθνικόφρονες και ότι πολύ σύντομα θα πρέπει να αρχίσουν να απαγγέλλουν το νεοφιλελεύθερο παραμύθι της ατομικής ευθύνης και της ατομικής επιλογής.

Το νέο αυτό αφήγημα, άλλωστε, έχει ήδη αρχίσει να παίρνει σάρκα και οστά στην παιδεία και την υγεία, τους πυλώνες δηλαδή της μέχρι σήμερα εννοούμενης δημόσιας – κρατικής υπόστασης. Εσύ που θα «επενδύσεις» στην εκπαίδευσή σου κοίταξε να επενδύσεις σοφά, έτσι ώστε να βρεις μια θέση στην «αγορά εργασίας», που βεβαίως αγοράζει όλο και πιο σπάνια και όλο και πιο φτηνά. Αλλιώς, λυπούμαστε, το ερώτημα του Τέλλογλου δεν σε αφορά καν. Εσύ πάλι που αρρώστησες όλο και κάποιες λάθος επιλογές θα έκανες: μα θα κάπνιζες, ή θα έτρωγες πολύ ή λίγο, ή δεν θα ασκούσουν  αρκετά, ή θα ήσουν άτυχος και γεννήθηκες σε εξαθλιωμένη οικογένεια, ή πιάστηκες κορόιδο και δεν έκανες ιδιωτική ασφάλιση υγείας τότε που μπορούσες. Όπως και να’χει κοίτα τώρα τι θα κάνεις, κάνε τα κουμάντα σου να τη βολέψεις  και να επιζήσεις αν μπορείς, έτσι όπως τα κατάφερες με τις επιλογές σου.

Κι αφού εξοικειωθείς με την αποδοχή της ατομικής ευθύνης-επιλογής-ενοχής θα πρέπει  να την επεκτείνεις και στην ίδια τη φύση της εργασίας-εμπόρευμα. Να καταλάβεις αφενός ότι εσύ είσαι ο έμπορος εσύ και το εμπόρευμα και να αναλάβεις αφετέρου την αποκλειστική ευθύνη της επιτυχίας ή της αποτυχίας της ατομικής σου επιχείρησης με την επωνυμία «Πουλάω εαυτόν σε τιμή ευκαιρίας απανταχού της γης». Πρέπει να γίνουν και τα δύο ταυτόχρονα και στον ίδιο βαθμό κατανόησης. Δεν πρέπει να μείνει καμία αμφιβολία ή δεύτερη σκέψη για τον ρόλο που παίζει το κράτος και το οικονομικό σύστημα που υπηρετεί σε αυτή την ιστορία.

Ριψοκίνδυνο βέβαια, αφού υπάρχει περίπτωση να συνειδητοποιήσεις τη δύναμη που έχει αυτή ακριβώς η ιδιότητά σου ως εμπόρου κι εμπορεύματος να σαμποτάρει και να αδρανοποιήσει το ιδεολόγημα που σε θέλει «ιδιώτη», μόνο, απροστάτευτο, και γι αυτό εχθρικό κι ανταγωνιστικό προς όλους τους ομοίους σου κι όχι προς τους πραγματικούς εχθρούς σου, αυτούς δηλαδή που σε αναγκάζουν να αποδεχτείς το ερώτημα ως φυσικό και αυτονόητο και συνεπώς αναγκαίο να απαντηθεί. Ριψοκίνδυνο επίσης από την άποψη ότι μπορεί να εικονοποιήσεις τον εαυτό σου με μια βαλίτσα στο χέρι να τρέχει από «αγορά εργασίας» σε «αγορά εργασίας» για να μην μείνεις χωρίς εργασία κι αυτό να σου φέρει στον νου εικόνες προσφύγων κι οικονομικών μεταναστών που δραπετεύοντας από μια άλλη «αγορά εργασίας» ή σκυλοπνίγονται  ή φυλακίζονται σε στρατόπεδα ή σφαγιάζονται στους δρόμους αφιλόξενων χωρών. Κι αυτό με τη σειρά του να σε κάνει να υποψιαστείς ότι δεν σε χωρίζουν και πολλά από τους μετανάστες και τους «βρωμιάρηδες λαθρομετανάστες που μας παίρνουν τις δουλειές» και να αναρωτηθείς μήπως, τελικά, όλα όσα σου παρουσιάζονταν ως αληθή και αυτονόητα δεν είναι παρά απάνθρωπα και αδιανόητα.

Κύριε Τέλλογλου,

Μετά από τέσσερα χρόνια κρίσης ούτε μένω ούτε φεύγω από την αγορά εργασίας. Λέω να την ανατρέψω.

Τι βλέπεις; Μόνο αυτό. Τι βλέπεις;

Τι βλέπεις; Μόνο αυτό. Τι βλέπεις;

ΦΙΛΙΠΠΙΝΕΣ ΤΥΦΩΝΑΣ

Φιλιππίνες, μετά το χτύπημα του τυφώνα Χαϊγιάν

Αυτό που βλέπεις είναι ένας σωρός από σκουπίδια.

Τα σπίτια τους και οι «υποδομές» τους.

Αυτό που βλέπεις είναι αποτέλεσμα των ακραίων καιρικών φαινομένων όσο και η ανεργία είναι αποτέλεσμα της τεμπελιάς μας.

Αυτό που βλέπεις είναι αποτέλεσμα του φαινομένου του θερμοκηπίου όσο κι εσύ που ανάβεις το φως στο δωμάτιο είσαι υπεύθυνος για την υπερθέρμανση του πλανήτη.

Όμως

Τα άταφα κορμιά στους δρόμους δεν είναι από τον τυφώνα.

Οι παράγκες φτιαγμένες από σκουπίδια δεν είναι από τον τυφώνα.

Οι χιλιάδες νεκροί (ακόμα είναι αμέτρητοι) δεν είναι από τον τυφώνα.

Η πείνα και η φτώχεια δεν είναι από τον τυφώνα.

Οι άρρωστοι που εγκαταλείπονται να πεθάνουν χειρότερα κι από αδέσποτα ζώα σε ένα ανύπαρκτο δημόσιο σύστημα υγείας δεν είναι από τον τυφώνα.

Ο τυφώνας δεν σέρνει τους ανθρώπους να χτίζουν και να ζουν σε παράγκες από σκουπίδια. Δεν είναι του χαρακτήρα του τυφώνα να ανήκει σε κυβερνήσεις διεφθαρμένες μέχρι το μεδούλι ώστε κάθε υποδομή της χώρας να είναι για τα σκουπίδια. Ούτε καταδικάζει εκατομμύρια ανθρώπινων υπάρξεων να ζουν με ερωτηματικό και να αντιμετωπίζονται σαν να είναι σκουπίδια.

Α, τι βολικό να συγχέεις το οικονομικό σύστημα μέσα στο οποίο σε καταδίκασαν να ζεις – καπιταλισμό το λένε –  με ένα «ακραίο καιρικό φαινόμενο». Με πόση μαεστρία συσκοτίζονται οι απλές λογικές προτάσεις και σκέψεις και κάνουν φτερά τα δρώντα υποκείμενα και τα πραγματικά πλαίσια μέσα στα οποία λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα.

Επειδή, το ακραίο καιρικό φαινόμενο είναι ένα πράγμα και τα αποτελέσματά του είναι άλλο πράγμα. Το να ταυτίζεις φαινόμενο με αποτέλεσμα είναι τόσο αντιεπιστημονικό και παράλογο που καταντά γελοίο. Δεν γελάμε, όμως. Πεθαίνουμε. Και δεν πεθαίνουμε καν ως γενναίοι και υπερήφανοι, ούτε καν ως έλλογα όντα.

Στον κόσμο που μας καταδικάζουν να ζούμε η χειραγώγηση και ο συστηματικός ευνουχισμός της σκέψης έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις, που πολύ φοβάμαι ότι σε καμιά 20αριά χρόνια ο μονοδιάστατος άνθρωπος, ακριβώς επειδή θα είναι τέτοιος, θα έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα προόδου που θα επιχειρεί να ανακαλύψει εκ νέου τον τροχό.

Αυτό είναι τρόμος.

Πνευματική βία, πολιτιστική εισβολή μέσα στα σχολικά βιβλία

Ιστορία (ΣΤ Δημοτικού)- Ηλεκτρονικό Βιβλίο 3

Η τελευταία παράγραφος του κεφαλαίου «Η οικονομική ζωή» από το εγχειρίδιο Ιστορίας της Στ’ δημοτικού (http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSDIM-F114/520/3382,13626/)

Μια παράγραφος. Μια τόση δα παράγραφος. Καλογραμμένη. Με άψογο συντακτικό και ορθογραφία. «Τι να υπογραμμίσουμε κυρία;» Τίποτα, απαντώ, ενώ ήθελα να πω να τη διαγράψουν ολόκληρη. Η αυτοκριτική μετά. Είναι πιο δύσκολη.

Επιστροφή στην παράγραφο.

Τι λέει:

  • Ότι την «οικονομική άνθηση» την απόλαυσαν οι Έλληνες, αφού βελτίωσε τη ζωή τους. Όλοι οι Έλληνες; Κάποιοι Έλληνες; Ποιοι ‘Ελληνες; Προφανώς όλοι οι Έλληνες. Επειδή, προφανώς από την ιστορική στιγμή («παραμονές της Μεγάλης Επανάστασης του 1821»)  που τα οικονομικά των εμπόρων και των εφοπλιστών της εποχής ήταν ανθηρά, όλοι οι Έλληνες περνούσαν ζωή χαρισάμενη κι είπαν να το ρίξουν στην επανάσταση, μιας και δεν είχαν τίποτα καλύτερο να κάνουν.
  • Ότι από την τάξη αυτή των πλουσίων εμπόρων και εφοπλιστών αναδείχτηκαν οι πρωταγωνιστές του ξεσηκωμού. Οι πρωταγωνιστές. Κι όχι μόνοι τους. Είχαν και παρέα: «τους παραδοσιακούς ηγέτες» των υπόδουλων. Τους κοτσαμπάσηδες δηλαδή. Δεν ξέρω – δεν ξεκαθαρίζει – αν εννοεί και το ιερατείο της εποχής. Κοτσαμπάσηδες, αναδυόμενοι αστοί και ίσως και αρχιερείς, ίσως και ο πατριάρχης ο ίδιος, υπήρξαν οι πρωταγωνιστές της επανάστασης του 1821. Ωραιότατα. Οι οπλαρχηγοί και οι χιλιάδες των αγωνιστών θεώρησαν τιμή τους να δώσουν τη ζωή τους στον ένοπλο αγώνα για ελευθερία ως δευτεροκλασάτοι κομπάρσοι, κάτι σαν αναγκαίο ντεκόρ στην παράσταση που έδιναν οι πρωταγωνιστές.

Τι διδάσκει:

  • Τους μαθητές και τις μαθήτριες αυτής της χώρας να σκέφτονται και να αποδέχονται ως αληθές το ανιστόρητο συμπέρασμα ότι την ιστορία την κινούν οι ισχυροί. Οι πλούσιοι και οι άρχοντες. Έτσι, με ευκολία αναπνοής θα δεχτούν και στη ζωή τους τον δευτεροκλασάτο – τριτοκλασάτο ρόλο του κομπάρσου της ζωής και της ιστορίας.
  • Να μην αναρωτιούνται για τα προφανή και να αποδέχονται ως αληθινή την κατάφωρα ψευδή εικόνα ότι όλοι οι Έλληνες ήταν το ίδιο πράγμα και ζούσαν μέσα στις ίδιες συνθήκες, κάνοντας χρήση της θολούρας που γεννά η γενίκευση «οι Έλληνες». Όσο πιο θολή είναι η εικόνα, τόσο το καλύτερο για τους συγγραφείς του βιβλίου και τους εντολείς τους. Βλέπετε, προτιμούν την πιο απλοϊκή γνωστική διαδικασία της γενίκευσης από τη συνθετότερη και για πιο ώριμες προσωπικότητες διάκριση [το νήπιο γενικεύει («να ένα δέντρο»), το παιδί διακρίνει («να μια μηλιά»)].

Τι δεν θα ήθελε με τίποτα να πει, αλλά το λέει:

  • Μα το προφανές. Ότι η ελληνική επανάσταση ήταν πρωτίστως ταξική επανάσταση. Επανάσταση που κινήθηκε από την αναδυόμενη αστική τάξη της εποχής, που αναζητούσε όχι μόνο περισσότερα προνόμια από την εξουσία αλλά την ίδια την εξουσία. Φυσικά, αν θέλαμε να κάνουμε μια τέτοιας προσέγγισης διδασκαλία, δεν θα διαλέγαμε τον κύριο Κολιόπουλο και την παρέα του, αλλά θα ανατρέχαμε στον Γιάννη Κορδάτο, για παράδειγμα, για μια διεξοδικότερη κι επιστημονική ανάλυση του θέματος.

Σήμερα μιλώντας για τη δημοκρατία και τη δικτατορία (μέρες που είναι) λέχθηκε από τους μαθητές ότι τα δικτατορικά καθεστώτα μετέρχονται της βίας προκειμένου να επιβιώσουν και να συνεχίσουν να καταπιέζουν. Πραγματικά, έτσι είναι. Όμως η απορία που προέκυψε από μια τέτοια παραδοχή ήταν τι είδους βία μπορεί να μεταχειριστεί οποιοσδήποτε θέλει να καταπιέσει αποτελεσματικά. Και μέσα στα πλαίσια αυτά της βίας εμφανίστηκε κάτι που το ονομάσαμε «πνευματική βία». Ο Paulo Freire το ονομάζει «πολιτιστική εισβολή»:

Οι εισβολείς επιβάλλουν τη δική τους κοσμοαντίληψη στα θύματα της εισβολής τους και ανακόπτουν τη δημιουργικότητά τους χαλιναγωγώντας την έκφρασή τους.

Paulo Freire, Η αγωγή του καταπιεζόμενου

Κι έρχεται αναπόφευκτο το ερώτημα. Την ώρα που καλείσαι να πλασάρεις «σκουπίδια» ή καλύτερα να μεταχειριστείς τα όπλα των εισβολέων στα μυαλά και την ηθική ανάπτυξη των νεαρών μαθητών σου, τι κάνεις; Πώς το διαχειρίζεσαι; Τέτοιες μέρες που ο τρόμος κι η ανασφάλεια σχεδόν μυρίζουν και κάνουν αποπνικτικό τον αέρα γύρω σου, τι κάνεις; Αρκεί να κάνεις παρατηρήσεις, ίσως αιχμηρές ίσως και όχι, επί του κειμένου; Αρκεί; Δεν ξέρω.

Κι ας διδάξω μια από τις επόμενες ημέρες το «Απορίες ενός εργάτη που διαβάζει». Θα ήθελα να είχα τα κότσια να τους πω να τη διαγράψουν.

Αυτό το πράγμα βρωμάει θάνατο κι απελπισία.

tyfonas oklahoma sxoleioΣτη μητρόπολη του καπιταλισμού-φονιά, σκοτώνονται μαθητές επειδή το σχολείο δεν χρηματοδοτήθηκε. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στην Αγγλία, ένα κολλέγιο εκπαιδεύει κι επιλέγει τους πιο κριτικά-ισαποστασίτικα-αναθεωρητικά σκεπτόμενους (;) μαθητές, προκειμένου να ηγηθούν στον αιώνα της φρίκης και της καταστροφής.
Στην Ελλάδα κλείνουν σχολεία, αναπαράγονται φωτοτυπίες, λιποθυμούν μαθητές από το άγχος, όταν δεν σκοτώνουν τη μητέρα τους, την ώρα που δίνουν εξετάσεις σε επιταγμένα σχολεία με επιστρατευμένους καθηγητές, για να πάρουν μια καλή σειρά στις ορδές των ημι-δούλων.
Αυτό το πράγμα βρωμάει θάνατο κι απελπισία. Και πρέπει να τελειώνουμε με δαύτο όσο το δυνατόν γρηγορότερα.

 

Το κατά του καθηγητού του ψεύδους, Πορτοσάλτε, Νέον Χειραγωγικόν Λεξικόν

aris portosalte metanasteysi

Δεν είναι μετανάστευση, είναι αναζήτηση.

Δεν είναι απολύσεις, είναι κινητικότητα.

Δεν είναι ανεργία, είναι ανάπτυξη.

Δεν είναι αυτοκτονίες, είναι το κλίμα.

Δεν είναι μαυραγορίτες, είναι επενδυτές.

Δεν είναι ρατσισμός, είναι ψύχραιμη καταγραφή.

Δεν είναι εκμετάλλευση, είναι προσαρμογή.

Δεν είναι  καπιταλισμός, είναι  καιρικό φαινόμενο.

Δεν είσαι φτωχός, είσαι μίζερος γκρινιάρης.

Δεν είναι θάνατος, είναι θετική η εκτίμηση της Moodys.

Δεν είναι απεργία, είναι απειλή.

Το 80% του παγκόσμιου πληθυσμού δεν είναι εξαθλιωμένοι. Είναι υπεράριθμοι.

Και

Δεν είναι μυαλό, είναι κιμάς.

 

Προσπαθούν. Θέλει προσπάθεια η παραίτηση.

Ο Γιώργος και η Άννα προσπαθούν. Που θα πει δουλεύουν. Μέρα-νύχτα. Ή μάλλον αυτός μέρα, αυτή νύχτα. Δεν ξέρουμε τι σχέση έχουν μεταξύ τους. Μπορεί να είναι παντρεμένοι. Αυτό που ξέρουμε είναι πως δεν είναι σύντροφοι. Πώς θα μπορούσε άλλωστε; Δεν τρώνε καν μαζί. Είναι δυο άνθρωποι που ζουν (;) στο ίδιο σπίτι ο καθένας μόνος του. Παράλληλες ζωές. Οι ματιές τους συναντιούνται σπάνια. Στερούνται την ανθρώπινη επαφή. Την κουβέντα που κάνουν οι άνθρωποι όταν κόβουν μια φέτα ψωμί ή όταν ψήνουν τον καφέ τους.  Τη σαρκική απόλαυση. Τον κοινό βραδινό ύπνο. Αγκαλιάζουν έναν σκύλο κουλουριασμένοι ο καθένας στην πλευρά του, ο καθένας την ώρα που οι «προσπάθειές» τους τους έχουν καταδικάσει. Τι όνειρα να συντροφεύουν τον ύπνο τους;

Προσπαθούν. Για κάτι καλύτερο. Κάτι καλύτερο από τι; Οτιδήποτε θα μπορούσε να είναι καλύτερο από αυτό που έχουν, αλλά και πάλι, ξέχασαν ποιο είναι το καλό, πώς θα μπορέσουν να ‘βρουν το καλύτερο; Ξέχασαν από πού ξεκίνησαν και για πού είχαν βάλει πλώρη. Κινούνται στον αέναο ρυθμό της μοναξιάς και της αποξένωσης. Της παραίτησης και της λήθης.

Προσπαθούν. Θέλει προσπάθεια η λήθη.

Αυτόματα ρομπότ. Αγόγγυστα προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Αυτή νοσοκόμα ή κάτι τέτοιο. Αυτός γυμναστής. Ναι, ξέρω, θα μπορούσε να είναι ο καθένας από μας τους αθώους, τους τίμιους βιοπαλαιστές. Δεν είναι δα και τίποτα μεγαλοστελέχη. Τι ωραία που ταυτίζεσαι μαζί τους! Κοίτα τι καλά που αποδέχονται την πραγματικότητα, αυτοί, οι ήρωες της καθημερινότητας! Δεν γκρινιάζουν, δεν μεμψιμοιρούν. Απλώς σφίγγουν τα δόντια τις λίγες δύσκολες στιγμές. Αυτοί είναι οι κύριοι των υπάρξεών τους. Είναι ό,τι κάνουν. Ό,τι υποχωρήσεις έχουν κάνει κι οτιδήποτε από το οποίο σκοπεύουν να παραιτηθούν μέχρι το τέλος.

Προσπαθούν. Θέλει προσπάθεια η παραίτηση.

Θέλει προσπάθεια ακόμα κι αυτό το μηχανικό-αμήχανο φιλί στην πόρτα. Το χαμόγελο που μοιάζει με δάκρυ.

Προσπαθούν. Η καλή εταιρεία τους σκέφτεται και θα τους ανταμείψει. Όπως ο καλός και φιλεύσπλαχνος θεός ανταμείβει τους υπομονετικούς κι ενάρετους δούλους του. Στην άλλη ζωή.

Προσπαθούν. Και μη νομίζεις ότι είναι οι μόνοι. Προσπαθούν. Όπως όλοι μας. Και μην κάνεις πως δεν κατάλαβες.  Η προσπάθεια κι η αποδοχή της είναι το μόνο βέβαιο, μοιραίο κι αδιαμφισβήτητο. Εκτός από τον θάνατο.

Προσπαθούν. Θα πληρώσουν μικρότερο λογαριασμό αυτόν τον μήνα.

Προσπαθούν. Κι όσο περισσότερο προσπαθούν, τόσο θα χρειάζεται να προσπαθούν.

Videos - WIND4

Videos - WIND3

Μεγάλη δημιο-σκόπηση (για σίγουρη χειραγώγηση)

Με αφορμή τις δημοσκοπήσεις της κοινής γνώμης στις οποίες, ναι μεν δεν αφέθηκε κανένα περιθώριο κριτικής σκέψης, αλλά διαφάνηκε μια σχετική αδυναμία χειραγώγησης της σκέψης των υποκειμένων και τους ξέφυγαν κάποιες ερωτήσεις ανοιχτού τύπου.

Μην κουράζεστε δημιοσκόποι. Και προπάντων μην ρισκάρετε τις απαντήσεις των υποκειμένων. Σας προτείνουμε εδώ μια σειρά ενδεικτικών ερωτήσεωνμε τις οποίες σας εξασφαλίζουμε πλήρη παραίτηση σκέψης και αλήθειας:

  • Πόσο θέλετε να μειωθεί ο μισθός σας;
  • Πότε θα θέλατε να απολυθείτε;
  • Πόσο νομίζετε ότι πρέπει να αυξηθεί το ο ΦΠΑ;
  • Ποιος είναι ο καλύτερος εταίρος, το ΔΝΤ ή η ΕΕ;
  • Από πού προτιμάτε να λαμβάνετε συσσίτιο;
  • Σε ποιον θεό προσεύχεστε για να παραμείνουμε στο Ευρώ;
  • Τι κάνετε για να βοηθήσετε το αφεντικό σας να κερδοφορήσει;
  • Πόσες κουβέρτες χρησιμοποιείτε για να κυκλοφορείτε μέσα στο σπίτι;
  • Στις πόσες αυτοκτονίες την ημέρα μένετε ανεπηρέαστοι συναισθηματικά;
  • Πόσο αισιόδοξοι είστε ότι τα πράγματα θα παραμείνουν όπως είναι;
  • Πόσες φορές την ημέρα καταδικάζετε τη βία από όπου κι αν προέρχεται;
  • Τι δεν θα κάνατε για μια θέση μερικής απασχόλησης;
  • Πόσοι συνδικαλιστές θέλετε να κρεμαστούν αύριο στο Σύνταγμα;
  • Ποια ομάδα εργαζομένων θεωρείτε μεγαλύτερο εχθρό σας;
  • Εκτός από τις απεργίες, ποια άλλη εκδήλωση των άκρων πρέπει να απαγορεύσει η κυβέρνηση;
  • Ποια ήταν η τελευταία φορά που καταγγείλατε στην εφορία και την αστυνομία τον περιπτερά ότι δεν έκοψε απόδειξη;
  • Πράξατε το καθήκον σας να ξοδέψετε το τελευταίο σας ευρώ για την εφορία ή έστω για την τράπεζα, όπως ο νόμος ορίζει;

44559_298312403606169_676527976_n

 

 

Μια τρίχα στον λαιμό

«Ο άνθρωπος που του έχουν αρνηθεί το δικαίωμα να παίρνει σημαντικές αποφάσεις, αρχίζει να θεωρεί σημαντικές τις αποφάσεις που του επιτρέπεται να παίρνει.» Northcote Parkinson.

Αυτό πόσταρε η συντρόφισα που όλο σε μπελάδες με βάζει και δεν μ’ αφήνει σε ησυχία με τις παρατηρήσεις της. Το ξέρω, έχει δίκιο. Οι εκλογές είναι ένα στημένο παιχνίδι συνενοχής. Συνήθως πρέπει να διαλέξεις τον δυνάστη σου. Τον βιαστή σου.

Από την άλλη, της απαντώ, οι εκλογές μπορεί να μην έχουν κηρυχτεί παράνομες, αλλά το καθεστώς κάνει τα πάντα για να τις χειραγωγήσει παρόλα αυτά.

Οι εκλογές είναι μια τρίχα, αλλά και μια τρίχα, αν σου κάτσει στο λαιμό, μπορεί και να σε πνίξει.

Θα κάνω ό,τι  μπορώ να χώσω αυτήν την τρίχα στον λαιμό τους. Με την τρελή ελπίδα να τους πνίξω.

 

ΥΓ. Τι καλά που θά’ταν να είχα διαβάσει πρώτα αυτό και αυτό . Θα είχα βγει κι από τον κόπο 🙂